Ο μαγικός κόσμος του Κομπολογιού

Της Νάνσυ Μπίσκα, περιοδικό Charismag, Sept 2017
Το Κομπολόι, με οποιαδήποτε μορφή κι αν εμφανίζεται, είναι ένα από τα πιο γνωστά, παράξενα και αμφιλεγόμενα αντικείμενα που χρησιμοποίησε ποτέ ο άνθρωπος και η ιστορία του πάντα χάνεται μέσα σε θρύλους, μύθους και παραδόσεις.Το άλλοτε λατρευτικό αυτό αντικείμενο έχει χάσει σήμερα την πρωταρχική κι αληθινή χρηστική και φιλοσοφική του αξία. Μέσα από μια πορεία λήθης έχει καταλήξει ν’ αποτελεί απλά και μόνο ένα διακοσμητικό αντικείμενο ή ένα παιχνίδι των δακτύλων μας σε στιγμές χαράς, λύπης ή ανίας. Ας ανιχνεύσουμε την ιστορική του πορεία μέσα από την έρευνα που έκανε η Γλύκα Μητσιού[1].
Τι σας έκανε να ασχοληθείτε και να ερευνήσετε την ιστορία και την εξέλιξη της φιλοσοφίας και της χρήσης του κομπολογιού;

Γλύκα Μητσιού

Μια παρέα φίλων θέλησε να φτιάξει ένα στέκι στο οποίο κυρίαρχο στοιχείο θα ήταν το κομπολόι. Μου ζήτησαν, λοιπόν, να γράψω δύο σελίδες για την ιστορία του, προκειμένου να το μοιράζουν στους θαμώνες. Το μαγαζί, δυστυχώς, δεν έγινε, αλλά εγώ είχα μπει για τα καλά σ’ αυτά το ταξίδι. Το ένα έφερε το άλλο, οι δύο σελιδούλες έγιναν πολλές. Το καθετί που έβρισκα με έστελνε αλλού, η μία πληροφορία με παρέπεμπε σε κάποιαν άλλη — αποκαλύπτοντας στα μάτια μου έναν τεράστια θησαυρό γνώσης.
Τι είναι ουσιαστικά το κομπολόι;
Το αγαπημένο αυτό αντικείμενο δεν είναι όμως μόνο ένα αριθμητήριο προσευχών, και ούτε το μέτρημα της χάντρας του είναι ένα απλό παιχνίδι σε στιγμές ανίας. Το κομπολόι αποτελεί κυρίαρχα από την πρώτη, αρχαία στιγμή της δημιουργίας του, μια μυστηριακή αναπαράσταση του κύκλου της συμπαντικής ολότητας και της αδιάκοπης ροής. Του άπειρου χρόνου, της κοσμικής αιωνιότητας, της ατέλειωτης διάρκειας του ανθρώπινου «τώρα» και της ασκητικής απομόνωσης της ψυχής, την οποία, κάποιες στιγμές,  όλοι έχουμε την ανάγκη να βιώσουμε.
Που βρίσκουμε τις πρώτες απεικονίσεις κομπολογιού και πότε χρονολογούνται;
Ξεκίνησα να ψάχνω τις ρίζες του κομπολογιού στην Ανατολή, γιατί οι μέχρι τότε πληροφορίες μου ήταν άτι το κομπολόι μάς ήρθε από εκεί. Μία από τις πρώτες ανατροπές συνέβη όταν η καλή μου φίλη Μάρα, μου χάρισε το βιβλίο με τις τοιχογραφίες της Σαντορίνης οι οποίες χρονολογούνται  από 1640 π.Χ.».
Μια από αυτές, στον ιερά χώρο της Δεξαμενής των Καθαρμών, απεικονίζει μια λατρεύτρια η οποία κρατά στο χέρι της έναν «όρμο», ένα είδος λατρευτικού κομπολογιού. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι ο όρμος αυτός είναι κλειστός σε σχήμα κύκλου, όπως το σημερινό κομπολόι και περιέχει «ψήφους», δηλαδή χάντρες συνήθως από ορεία κρύσταλλο.
Η απεικόνιση αυτή, αν μη τι άλλο, αποδεικνύει ότι το κομπολόι, ή κάποιος «πρόγονός» του, εμφανίσθηκε αρχικ;a στην Ελλάδα, πέρασε στην Ανατολή και μας επεστράφη ως αντιδάνειο. Από τον Ελληνικό λατρευτικό όρμο της Σαντορίνης, προήλθαν, πολύ αργότερα, τα ροζάρια των καθολικών και το κομποσκοίνια των ορθοδόξων. Το ίδιο ακριβώς χρησιμοποιούν μέχρι σήμερα οι ινδουιστές για να μετράνε τις προσευχές τους.
Ποια είναι η σημασία της χρήσης του κομπολογιού;
Το κομπολόι μας προσφέρει, χωρίς να το γνωρίζουμε, μια ενεργειακή ισορροπία. Γεγονός που μας οδηγεί ξανά στην αρχαία Ελλάδα και στους Ορφικούς. Ξεφεύγοντας από τη στενή λατρευτική χρήση του κομπολογιού, έδιναν μια φυσική σημασία στο αντικείμενο.
 «Τα “Ορφικά”, και συγκεκριμένα το κεφάλαιο «Περί λίθων», μας διδάσκουν τη φυσική επίδραση που μπορεί να έχουν στον άνθρωπο τα πετράδια που χρησιμοποιούσαν ως χάντρες και το είδος της κλωστής. Πρώτοι εκείνοι διέβλεψαν τον στατικό ηλεκτρισμό που επικάθεται στο σώμα μας, διαταράσσοντας την ενεργειακή μας ισορροπία. Πρόκειται για το είδος εκείνο του ηλεκτρισμού που μας κάνει πολλές φορές να τιναζόμαστε ελαφρά όταν αγγίζουμε ένα μεταλλικό αντικείμενο, το πόμολο του αυτοκινήτου κλπ. Στους Ορφικούς οφείλουμε την αποκάλυψη ενός σωτήριου για την ψυχοσωματική μας ισορροπία μυστικού.
Το κομπολόι έχει την ιδιότητα να μαζεύει τον στατικό ηλεκτρισμό από το σώμα μας. Αυτός επικάθεται, θα λέγαμε, στις χάντρες και στο νήμα και, στη συνέχεια, αποβάλλεται με την κρούση και τη διαρκή κίνηση. Η διαδικασία συνεχίζεται μέχρι να αδειάσει εντελώς το σώμα μας από το αρνητικό φορτίο.
Αν παρατηρήσετε κάποιον που παίζει κομπολόι, θα δείτε ότι στην αρχή η κίνηση είναι έντονη. Σιγά σιγά, ο ρυθμός πέφτει, ακολουθώντας την αποφόρτιση του σώματος, μέχρι που φτάνει στη χαλαρή κίνηση της απόλυτης ηρεμίας. Μπορεί αυτός που παίζει το κομπολόι να μην έχει συνείδηση τι ακριβώς συμβαίνει, αισθάνεται όμως τις ευεργετικές του συνέπειες.
Οι Ορφικοί συνήθιζαν να πλένουν σε τρεχούμενο νερό τον «όρμο», για να τον καθορίσουν εντελώς από τον στατικό ηλεκτρισμό. Το ίδιο πρέπει να κάνουν, από καιρό σε καιρό, όσοι χρησιμοποιούν κομπολόι.
Τι ακριβώς είναι το γνωστό σε όλους μας κομποσκοίνι και γιατί είναι μαύρο; Ποιος ο ρόλος της φούντας τους;
Το αγιορείτικο κομποσκοίνι είναι στενά δεμένο με τη διαδικασία της προσευχής, αφού κατά τη διάρκεια της κατασκευής του για κάθε κόμπο που δένεται «διαβάζεται» και μια ευχή. Η πλέξη κάθε κόμπου του σχηματίζει μια σειρά αλληλοκαλυπτόμενων, εννιά σταυρών. Τον πολύπλοκο αυτό τρόπο πλέξης του, όπως αναφέρει η παράδοση, τη δίδαξε ο ίδιος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον Όσιο Παχώμιο.
Ένα συνηθισμένο αγιορείτικο κομποσκοίνι, (σκοινί με κόμπους) τις περισσότερες φορές είναι φτιαγμένο από μαύρο μάλλινο νήμα, με κόμπους, που καταλήγουν σ΄ ένα πλεγμένο σταυρό ή μια φούντα.
Το νήμα προέρχεται από μαλλί προβάτου, γεγονός που μας θυμίζει ότι είμαστε λογικά πρόβατα του καλού ποιμένα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Το μαύρο χρώμα που έχει το κομποσκοίνι, συμβολίζει το πένθος και τη λύπη για τις αμαρτίες που έχουν γίνει από τον προσευχόμενο.
Ο σταυρός στον οποίο καταλήγει το κομποσκοίνι, υπενθυμίζει τη σταυρική θυσία Του, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξε η νίκη της ζωής επί του θανάτου, της ταπεινώσεως επί της υπερηφάνειας, της αυτοθυσίας επί του εγωισμού, του φωτός επί του σκότους. Ο σταυρός αυτός σηματοδοτεί και το τέλος μιας σειράς προσευχών. Η φούντα έχει κι αυτή το συμβολικό της χαρακτήρα. Τη χρησιμοποιεί ο προσευχόμενος προκειμένου να σκουπίζει τα δάκρυα από τα μάτια του, και αν δε δακρύζει να του θυμίζει ότι Θα έπρεπε να πενθεί ακριβώς γιατί δεν αισθάνεται ότι πρέπει να πενθεί.
Τι σημαίνει η ποιότητα των χανδρών, οι φυσικές ιδιότητες των πετρών, το χρώμα, ο αριθμός τους, η ελευθερία, ή όχι, κύλισής τους;
Ένα κλασικό κομπολόι αποτελείται από δύο μέρη. Τα στοιχεία, τις χάντρες δηλαδή, και το νήμα. Το σκοινί, ή το νήμα, από μόνο του αποτελεί ένα αρχαιότατο συμβολισμό της έννοιας της πνευματικής ανάβασης, της ανέλιξης. Συγχρόνως, σε όλους τους πολιτισμούς της αρχαιότητας, τα κοσμήματα με μορφή κόμπου, πλοκάμου ή πλεξίδας χρησιμοποιούνταν ως φυλακτά τα οποία συντηρούσαν και διέσωζαν αυτούς που τα κατείχαν. Το νήμα είναι ένα σύμβολο παρεμφερές με το σκοινί, αλλά κουβαλάει μια πιο σύνθετη αλληγορική σημασία συμβολίζοντας την υφή και τη δομή του Σύμπαντος.
Όσον αφορά τις χάντρες, ενώ αρχικά ήταν κατασκευασμένες από οργανικά υλικά (οστά, κοχύλια, άνθη, όστρακα, κεχριμπάρι, ξύλο), στην πορεία του χρόνου κυριάρχησε η χρήση της πέτρας.  Η αντικατάσταση των «ζωντανών» υλικών  από τη νεκρή πέτρα, αντικατόπτριζε μια τελετουργία αναγέννησης της νεκρής γης. Οι ακατέργαστες πέτρες, τα οστά της μητέρας γης, αποσπασμένες από τη γήινη ανάπαυσή τους, μπορούσαν να εξανθρωπιστούν και να ζωντανέψουν, μ΄ ένα έμπειρο κόψιμο και να μεταμορφωθούν σε «ελεύθερες πέτρες» με τη μορφή χαντρών.
Η χάντρα, λοιπόν, είναι ένα μικρό κομμάτι σκληρού υλικού, σφαιρικό ή κυλινδρικό με διαμπερή τρύπα ώστε να περνιέται το σκοινί ή το νήμα. Το δεμένο στις δύο άκρες νήμα ή σκοινί σχηματίζει την έννοια ενός κύκλου. Ο κύκλος από τα πανάρχαια χρόνια αποτελεί ένα σύμβολο της ολότητας, της πληρότητας, της πραγμάτωσης του ταυτόχρονου, της σύμπτωσης της αρχής και του τέλους κάθε γεγονότος και κάθε δημιουργίας. Η έννοια του κύκλου, ήταν πάντα ιερή, ως το πιο φυσικό σχήμα αναπαράστασης της κοσμικής ενότητας και των ηλιακών και πλανητικών κύκλων.
Τελικά, το τέλειο αυτό γεωμετρικό σχήμα συμβολίζει αυτό καθεαυτό το υπέρτατο Ον, εφόσον, όπως αναφέρει ο Ερμής ο Τρισμέγιστος: «ο Θεός είναι κύκλος του οποίου το κέντρο βρίσκεται παντού και η περιφέρεια πουθενά». Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά ενός κομπολογιού, το οποίο σήμερα σπάνια λαμβάνεται υπ’ όψη, είναι ο αριθμός των χαντρών του. Αυτό που θα πρέπει να σημειωθεί είναι ότι ο αριθμός των χαντρών ενός κομπολογιού δεν είναι τυχαίος αλλά φέρει μια ιδιαίτερη εσωτερική, φιλοσοφική και κοσμική σημασία, καταγραμμένη από αρχαιοτάτων χρόνων.
Ο Ορφέας, ο γιος της Μούσας Καλλιόπης, είναι ο πρώτος ο οποίος- σύμφωνα με τη μυθολογία- διατυπώνει την άποψη ότι μέσω των αριθμών και των ιδιοτήτων τους μπορούμε να εκφράσουμε το σύνολο των πνευματικών αρχών. Συγχρόνως αντιστοίχισε τις νοητές αρχές σε αριθμούς. Με βάση τις γνώσεις της μητέρας του, διαλογιζόμενος στο όρος Παγγαίο, διατύπωσε τη βασική αρχή ότι η ουσία του αριθμού είναι η δημιουργική αρχή του ουρανού, της γης, της μεταξύ τους φύσης και τελικά η αρχή της ύπαρξης των θεών, των δαιμόνων και του ανθρώπου.
Οι ιδέες των Ορφικών για τη δύναμη των αριθμών καταγράφηκαν στον ορφικό «Ύμνο εις τον αριθμό». Δυστυχώς όμως από τον ύμνο αυτό διασώζονται πολύ λίγα αποσπάσματα σε διάφορα κείμενα άλλων συγγραφέων. Το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένες οι χάντρες ενός κομπολογιού δεν είναι άσχετο των μυστηριακών ιδιοτήτων που πολλοί πιστεύουν ότι φέρει. Οι ιδιότητες αυτές πηγάζουν από τη φυσική σύστασή τους και ιδιαίτερα από το χρώμα των χαντρών. Βασικό υλικό κατασκευής των πιο γνωστών κομπολογιών υπήρξαν οι πολύτιμοι και ημιπολύτιμοι λίθοι που ήταν γνωστοί από την αρχαιότητα. Στους Ορφικούς Ύμνους*, υπάρχει μια ξεχωριστή ενότητα αφιερωμένη στις ιδιότητες τους, τα Λιθικά, ή όπως αλλιώς ονομάζονται Περί Λίθων.
Όπως αναφέρεται στα «Λιθικά»: «Η Γη η οποία φέρει στη ζωή τα φαρμακερά φίδια που προκαλούν πόνο και κλάματα στον άνθρωπο η ίδια γη παράγει τις ημιπολύτιμες πέτρες, ρίζες, βότανα για να τους γιατρεύει». Οι ακατέργαστοι λίθοι συμβόλιζαν τον αγώνα για να επιτευχθεί η τελείωση μέσω της δημιουργικής δραστηριότητας. Ομοίως συμβόλιζαν τον μη αναγεννημένο άνθρωπο, σε αντίθεση με τον «τέλειο» επεξεργασμένο λίθο ο οποίος συμβόλιζε τον πνευματικό και τελειωθέντα άνθρωπο.
Πώς  το κομπολόι ενσωματώθηκε ως πολιτισμικό αγαθό σε άλλες κοινωνικές πρακτικές εκτός της θρησκείας, όπως στην τέχνη, τη μέτρηση και τη διασκέδαση;
Από τις μαρτυρίες και τα ευρήματα που έχουμε, εντοπίζεται ξανά τo 800 π.Χ. στους Φοίνικες. Πάλι σε απεικόνιση, έχουμε έναν κύκλο που οι χάντρες του είναι φοινικικά νομίσματα. Φτάνοντας στη μετά Χριστόν εποχή, το συναντάμε σε όλες σχεδόν τις θρησκείες με λατρευτική χρήση. Στον ινδουισμό έχουμε το “μάλα”, αριθμητάρι προσευχής που αποτελείται από 108 στοιχεία. Αυτά άλλοτε είναι πέτρες, άλλοτε κουκούτσια όπως τα «ρουντράσκα”, άλλοτε κοχύλια, τα οποία συναντάμε και στο Άγιο Όρος, ακόμα και άνθη ή αρωματικά σανταλόξυλα. Γίνονται, επίσης, από πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους.
Με το πέρασμα των χρόνων, η λατρευτική σημασία του κομπολογιού περιορίστηκε στους ναούς και στα μοναστήρια. Παρ’ όλα αυτά, η θρησκευτική αναφορά διατηρήθηκε: συνηθίζουν να λένε τη μεγάλη χάντρα “ο παπάς”.
Ο μάγκας, όμως, της λαϊκής παράδοσης, χρησιμοποιούσε το κομπολόι διατηρώντας στη μνήμη του μια κοσμική εκδοχή.
Θυμόταν ότι ο αφέντης, ο πασάς και ο αγάς επί τουρκοκρατίας κρατούσαν κομπολόι. Ήταν αυτό με το οποίο περνούσε η ώρα τους, εφόσον είχε λυμένα όλα τα προβλήματα. Ο μάγκας το είχε ζωγραφίσει στη μνήμη του ως σύμβολο της εξουσίας. Έτσι, έγινε το απόλυτα αξεσουάρ της εμφάνισής του και το σύμβολο της δικής του, παράνομης εξουσίας. Μεγάλο, με φούντο και με χάντρες από πανάκριβο κεχριμπάρι, για να βγάζει ωραίο ήχο».
Τι αποκομίσατε στο τέλος του ταξιδιού σας στις ρίζες της ιστορίας του κομπολογιού;
Θυμάμαι ότι γράφοντας τις τελευταίες λέξεις στο κείμενο του βιβλίου μου αναλογιζόμουν αν μπορούσα να πω ότι αυτό είναι το τέλος του ταξιδιού μου. Μάλλον όχι, τα ταξίδια της γνώσης και του ονείρου δεν τελειώνουν, έχουν μονάχα στάσεις. Σαν πεις ότι τέλειωσες, ότι έφτασες, είναι σα να λες ότι πέθανες. Ακόμα και αν στέκεις ανήμπορος, σε κρατάει στη ζωή η ελπίδα ενός νέου ταξιδιού, μιας νέας περιπέτεια γνώσης και αυτογνωσίας.
Αυτό το ταξίδι προσμένω κι εγώ και έτσι αρνήθηκα να γράψω τη λέξη «τέλος» στην άκρη της αράδας της γραφής μας. Στο νέο όμως ταξίδι μου, ένα είναι σίγουρο, στο χέρι μου δεν θα κρατάω πια μια αρμαθιά χάνδρες που τις ονομάζουμε κομπολόι. Στο χέρι μου θα κρατάω ένα σύντροφο, ένα φυλαχτό της ψυχής και του σώματος μου, ένα μέσο που θα μου δείχνει αλάθητα το δρόμο που έχουμε χάσει και αναζητάει απεγνωσμένα ο νους και η ψυχή μας.
[1] Η Γλύκα Ρ. Μήτσιου γεννήθηκε στη Λάρισα. Ολοκληρώνοντας τη βασική της εκπαίδευση έφυγε για σπουδές στη Ρώμη. Τώρα ζει και εργάζεται στον Πειραιά. «Τα κομπολόγια των Λαών – ενότητα της λατρείας» είναι το πρώτο της βιβλίο, το οποίο εκδόθηκε το 2008.
Previous Post Next Post

You Might Also Like